Μπορεί κανείς να παραμένει αποστασιοποιημένος όταν βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα; Τι κόστος έχει η ουδετερότητα σε έναν κόσμο που βαδίζει στα όρια; Είναι η σιωπή συνενοχή; Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα που θέτει ο Γκράχαμ Γκρην στο υπέροχο μυθιστόρημά του Ο Ήσυχος Αμερικανός (εκδ. Πόλις, μτφρ. Γιώργος Τσακνιάς).

Βρετανός δημοσιογράφος και πολεμικός ανταποκριτής στις μεγαλύτερες εφημερίδες, μυστικός πράκτορας της χώρας του κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και συγγραφέας σπουδαίων βιβλίων -μεταξύ των οποίων και το πασίγνωστο Το Τέλος Μιας Σχέσης-, ο Γκρην (1904-1991) έχει μια ιδιαίτερη πένα που με συγκινεί πολύ. Οι εικόνες που περιέγραψε έχουν κάτι βαθιά ποιητικό, χωρίς όμως τα κείμενά του να χάνουν την αρρενωπότητά τους. Η γραφή του είναι στιβαρή και ταυτόχρονα τρυφερή, δεν αποσκοπεί στην εύκολη συγκίνηση.

Στον Ήσυχο Αμερικανό ήρωας είναι ένας Άγγλος δημοσιογράφος, ο Φάουλερ, που καλύπτει την εξέγερση των Βιετναμέζων κατά της γαλλικής αποικιοκρατίας. Βρισκόμαστε στη δεκαετία του '50, η Γαλλία πολεμά μάταια να κρατήσει την αποικία της, ενώ η σύμμαχός της Αμερική προσπαθεί να υπονομεύσει τη γαλλική κυριαρχία στην περιοχή και να μπει ενεργά στο παιχνίδι. Για να τα καταφέρει, στέλνει στη Σαϊγκόν τον Όλντεν Πάιλ, έναν ευγενικό και ήσυχο νεαρό Αμερικανό που θα αποσταθεροποιήσει την κατάσταση με μια σειρά από τρομοκρατικά χτυπήματα.

Ο Φάουλερ παρακολουθεί τη δράση του Πάιλ, με τον οποίο παράλληλα βρίσκονται μπλεγμένοι σε ένα ερωτικό τρίγωνο: Ο νεαρός Αμερικανός διεκδικεί την ερωμένη του Άγγλου ανταποκριτή και μία ανταγωνιστική σχέση αναπτύσσεται μεταξύ τους. Η ζήλια, το πάθος, ο φόβος της μοναξιάς, οδηγούν τον Φάουλερ σε μία ενδοσκόπηση που τελικά θα τον αλλάξει. Ένα τρομοκρατικό χτύπημα που οργάνωσε ο Πάιλ και είχε πολλά θύματα, μεταξύ των οποίων και παιδιά, είναι όμως αυτό που θα βγάλει τον Φάουλερ από την ουδετερότητά του και θα τον αναγκάσει βίαια να πάρει θέση σε έναν πόλεμο που όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος δεν ήταν δικός του.

Εκτός από τις ψυχολογικές διακυμάνσεις του ήρωα, τα διλήμματα και τις ενοχές, που περιγράφονται με απόλυτη ακρίβεια, προσωπικά με μάγεψαν οι περιγραφές του Βιετνάμ: Τα αποικιακά κτίσματα δίπλα στα παραπήγματα των ντόπιων, τα κοσμοπολίτικα μπιστρό που προστατεύονται από τις επιθέσεις των ανταρτών με συρματοπλέγματα, οι απέραντοι ορυζώνες την ώρα του δειλινού, ο αέρας της Ανατολής που έρχεται από τη θάλασσα φορτωμένος με εξωτικές μυρωδιές και τυλίγει με μια απόκοσμη υγρασία ολόκληρη τη Σαϊγκόν. Μα κυρίως είναι αυτή η αίσθηση του φόβου ότι ανά πάσα στιγμή θα είσαι νεκρός, ότι εκεί που πίνεις το ουίσκι σου στο μπαρ ενός ξενοδοχείου θα βρεθείς ανάμεσα στα πυρά των ανταρτών και του γαλλικού στρατού.

Η πιο δυνατή στιγμή του βιβλίου είναι η νύχτα που ο Φάουλερ και ο Πάιλ διασχίζουν με το αυτοκίνητο την ενδοχώρα του Βιετνάμ και μένουν από βενζίνη στη μέση του πουθενά. Οι συζητήσεις τους είναι απολαυστικές και φανερώνουν λέξη προς λέξη το χαρακτήρα και των δύο. Επίσης σπουδαίες είναι και οι σκέψεις του Φάουλερ, ενός ώριμου άντρα που χάνει το κορίτσι του και μαζί με αυτό τη δροσιά της νιότης του. Υπογράμμισα δυο τρεις ατάκες του, από αυτές που ρίχνουν φως στο σκοτάδι του έρωτα:

«Ερωτευμένος σημαίνει να βλέπεις τον εαυτό σου όπως τον βλέπει ο άλλος, σημαίνει να είσαι ερωτευμένος με το πλαστό και εξωραϊσμένο είδωλό σου. Όταν έχουμε ερωτευθεί, είμαστε ανίκανοι για την τιμή – μια θαρραλέα πράξη δεν είναι τίποτα περισσότερο από την εκτέλεση ενός ρόλου σε κοινό δύο ατόμων».

ή

«Μας παίρνει πολύ χρόνο να πάψουμε να περηφανευόμαστε που είμαστε επιθυμητοί. Άσε που ένας Θεός ξέρει γιατί νιώθουμε περήφανοι, αρκεί να κοιτάξεις γύρω σου και να δεις ποιοι άλλοι άνθρωποι είναι επίσης επιθυμητοί».

Υ.Γ. 1: Η μετάφραση του Γιώργου Τσακνιά είναι υπέροχη! Μου άρεσαν πολύ και οι σημειώσεις του (εκτίμησα ιδιαιτέρως ότι σε μία από αυτές δίνει μάλιστα και τη συνταγή για τo βερμούτ κασίς που πίνει ο ήρωας στο τρίτο κεφάλαιο), καθώς και το πολύ κατατοπιστικό επίμετρο που ακολουθεί για το ιστορικό υπόβαθρο της εποχής.

Υ.Γ. 2: Το μικρό διαμάντι του Γκράχαμ Γκρην έχει μεταφερθεί δύο φορές στον κινηματογράφο, το 1958 και το 2002. Η δεύτερη ταινία, μάλιστα, λογοκρίθηκε στην Αμερική εξαιτίας του τρομοκρατικού χτυπήματος στους Δίδυμους Πύργους (2001) και ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων.  

The Quiet American (1958)

The Quiet American (2002)