ΒΙΒΛΙΟ: Ένας άνδρας μόνος
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ: Κρίστοφερ Ίσεργουντ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: Αλεξάνδρεια


Το μικρό μυθιστόρημα των 190 σελίδων στο οποίο βασίστηκε η ομώνυμη ταινία του Τομ Φορντ είχα ξεκινήσει να το διαβάζω πολλά χρόνια πριν, όταν ήμουν φοιτητής, μαζί με το «Αντίο Βερολίνο» του ίδιου συγγραφέα -τη νουβέλα του θρυλικού «Καμπαρέ» με τη Λάιζα Μινέλι- (εκδ. Μέδουσα). Η αλήθεια είναι πως τότε δεν είχα βρει τόσο ενδιαφέρουσα την ιστορία του ψυχρού καθηγητή Τζορτζ όσο τις περιπέτειες της Σάλι Μπόουλς. Έτσι, το είχα παρατήσει -αδίκως- πριν τη μέση. Όταν πέρυσι είδα την ταινία στον κινηματογράφο κατάλαβα ότι είχα κάνει λάθος. Σε εκείνη την ηλικία, απόλυτα προστατευμένος και χωρίς να γνωρίζω τι σημαίνει αληθινή απώλεια, δεν είχα μπορέσει να καταλάβω ότι η φαινομενική ψυχρότητα του ήρωα δεν ήταν αφύσικη όπως την είχα βρει τότε. Ήταν απλά μία άμυνα. Ένα όστρακο που είχε κλείσει ερμητικά ώστε να προστατέψει το μαργαριτάρι του: τη μνήμη του αγαπημένου προσώπου από τα νύχια της λήθης.
Ο Τομ Φορντ, αν και προερχόμενος από το χώρο της μόδας, μετέφερε το βιβλίο στον κινηματογράφο με δεξιοτεχνία που θα ζήλευε ακόμα κι ένας μεγάλος σκηνοθέτης. Κέρδισε το στοίχημα, δημιουργώντας ένα αληθινό κομψοτέχνημα, το οποίο χάρισε στον Κόλιν Φερθ έναν από τους καλύτερους ρόλους στην καριέρα του και το βραβείο πρώτου αντρικού ρόλου στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας (ενώ επιπλέον τον οδήγησε πέρυσι και στις υποψηφιότητες των Όσκαρ).
Φυσικά μετά την ταινία έψαξα να βρω ξανά το βιβλίο και το διάβασα αυτή τη φορά ανακαλύπτοντας την ομορφιά που κρύβεται στις μικρές λεπτομέρειες. Γιατί η δύναμή του δεν έγκειται σε όσα λέγονται αλλά σε όσα υπονοούνται. Άλλωστε η πλοκή δεν έχει τόσο σημασία όσο η γραφή του Ίσεργουντ που δημιουργεί συναισθήματα χωρίς να κραυγάζει. Σιωπηλά, σαν τον αληθινό πόνο.
Background στο μυθιστόρημα είναι η Αμερική του 1962. Με τα υπέροχα αυτοκίνητα, τις προκάτ επαύλεις με τους φοίνικες, τα μπάρμπεκιου και τα κοκτέιλ πάρτι στον κήπο, τα ψυγεία με τις απίστευτες καμπύλες και τα ζωηρά τους χρώματα, τα κέικ-υπερπαραγωγή με το ροζ και λαχανί γλάσο, τα sixties μαύρα τηλέφωνα με το καντράν και τα ταμπλόιντ με τα πιπεράτα gossip για τη Μέριλιν...
Πίσω από τη λαμπερή βιτρίνα, όμως, κρύβεται η ταραγμένη Αμερική του Τζον Κένεντι, ένα χρόνο πριν τη δολοφονία του. Μια χώρα η οποία ζει στον πυρετό των φοιτητικών κινημάτων που έχουν αρχίσει να ανεβάζουν στροφές.
Από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα του βιβλίου παρακολουθούμε το εικοσιτετράωρο ενός Ευρωπαίου καθηγητή πανεπιστημίου, ο οποίος έχει δεκαετίες τώρα μεταναστεύσει στην Αμερική. Ενός ομοφυλόφιλου άντρα, του Τζορτζ, που ζει πλέον ολομόναχος σε ένα κομψό ξύλινο σπίτι γεμάτο βιβλία.
Βρισκόμαστε παραμονές Χριστουγέννων στην Καλιφόρνια. Ένα μήνα και κάτι μετά την κρίση των πυραύλων της Κούβας, όπου η Αμερική και η ΕΣΣΔ έφτασαν στο χείλος του πολέμου, εξαιτίας της απόφασης του σοβιετικού ηγέτη Νικίτα Χρουστσόφ να εγκαταστήσει βάση με πυρηνικά στο έδαφος της Κούβας (ως απάντηση στις αντίστοιχες εγκαταστάσεις των ΗΠΑ σε Μεγάλη Βρετανία, Ιταλία και Τουρκία).
Ο κόσμος όλος ζει μέσα σε ένα ψυχροπολεμικό κλίμα, με το περίστροφο διαρκώς οπλισμένο στο τραπέζι. Μία αγωνία που σιγά σιγά γίνεται συνήθεια απλώνει τη σκιά της πάνω από την αμερικανική κοινωνία, η οποία προσπαθώντας να διασκεδάσει το φόβο της το ρίχνει στην ελαφρότητα, αποθεώνοντας τις ευκολίες και το lifestyle: τις οικιακές συσκευές, την τηλεόραση, το σινεμά, τα μοτέλ. Oι ανέσεις γίνονται το πρόζακ ενός λαού που τρομαγμένος από το διάγγελμα του Κένεντι, ο οποίος έκανε λόγο για απειλή πυρηνικού πολέμου, μπουκάρει μανιακά στα σούπερ-μάρκετ «αδειάζοντας από τα ράφια φασόλια, αρακά, ρύζι και άλλα τρόφιμα, τελείως άχρηστα τα περισσότερα στα καταφύγια των αεροπορικών επιδρομών, αφού για να μαγειρευτούν χρειάζονται πολύ νερό».
Όμως για τον Τζορτζ τίποτα από όλα αυτά δεν μοιάζει να έχει βαρύτητα. Ο κομψός καθηγητής, πενηντάρης πια, στέκει αποστασιοποιημένος, παρατηρώντας με μια απίστευτη ουδετερότητα όλα όσα συμβαίνουν γύρω του, σαν να μην τον αφορούν καθόλου. Και προφανώς όντως δεν τον αγγίζουν αφού αυτό που όλη η Αμερική φοβάται, την απόλυτη καταστροφή, εκείνος την έχει ήδη βιώσει. Ο αιφνίδιος θάνατος του συντρόφου του οκτώ μήνες πριν σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα έχει σαρώσει ολόκληρη τη ζωή του όπως το ωστικό κύμα μιας πυρηνικής έκρηξης που συνθλίβει τα πάντα στο πέρασμά του. Βυθισμένος στο πένθος, αφυδατωμένος ψυχικά, αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια και σιωπή την απώλεια του ανθρώπου με τον οποίο μοιραζόταν το παρελθόν και τα όνειρα για το μέλλον. Μαζί σκέφτονταν να εγκαταλείψουν την Αμερική και να επιστρέψουν στη γενέτειρα του Τζορτζ όπου θα αγόραζαν μία παλιά ατμοσφαιρική παμπ με χωριάτικο τζάκι και κεφάλια ελαφιών κρεμασμένα στον τοίχο. Όμως ο Τζιμ έφυγε μόνος και τον άφησε πίσω, να αναμετριέται πλέον καθημερινά με την απουσία που πέφτει σαν βράχος μέσα στην ψυχή και καλύπτει κάθε σπιθαμή της. Ανήμπορος να διαχειριστεί την απώλεια, παγώνει για να μην νιώθει. Βυθίζεται στην ρουτίνα με ένα σιωπηλό πόνο, με μια βουβή απόγνωση που όμως μέσα του διαβρώνει τα πάντα.
Μέχρι το απόγευμα, στο πανεπιστήμιο, η μέρα κυλάει βαρετά όπως κάθε συνηθισμένη μέρα τους τελευταίους μήνες. «Η συντριπτική αδράνεια της θλίψης τον κατακλύζει ήδη». Όσο νυχτώνει όμως ο Τζορτζ λύνεται. Λίγο το αλκοόλ που του σερβίρει η φίλη του η Σάρλυ στο σπίτι της όπου τον έχει καλέσει για δείπνο, λίγο οι αναμνήσεις που ξυπνούν πάνω στη συζήτηση, αρχίζει να νιώθει ότι το αίμα του τρέχει πιο γρήγορα. Φεύγοντας μεθυσμένος από το σπίτι της Σάρλυ, παραπατώντας μέχρι την παραλία αποφασίζει να πιει ένα τελευταίο ποτό στο μπαρ που κάποτε είχε γνωρίσει τον Τζιμ. Εκεί τον περιμένει ένας νεαρός φοιτητής του, ο Κένυ, ο οποίος τον φλερτάρει και τον οδηγεί για ένα βραδινό μπάνιο στον παγωμένο ωκεανό... Πετώντας τα ρούχα μέσα στο χειμώνα, κι ανοίγοντας τα χέρια στον ανοιχτό ορίζοντα μπροστά του, ο Τζορτζ βουτά στη θάλασσα προσπαθώντας να εξαγνιστεί...
«Τα κύματα αυτά είναι πολύ μεγάλα για την αντοχή του. Φαίνονται πραγματικά τεράστια, καθώς υψώνονται απότομα, βγαίνοντας το ένα μετά το άλλο απ' την καρδιά του σκοταδιού, σκορπώντας γύρω τους μυστηριώδεις ανταύγειες, κι ύστερα σπάζοντας με πάταγο στην άμμο μέσα σε ένα αφρισμένο σύννεφο που φωσφορίζει. Το σώμα του Τζορτζ είναι γεμάτο φωτεινές σπίθες σαν να 'ναι φορτωμένο κοσμήματα, πράγμα που τον κάνει να γελάει από ευχαρίστηση. Γελάει, ασθμαίνει, ασφυκτιά – είναι πολύ μεθυσμένος για να νιώσει φόβο. Το αλμυρό νερό που καταπίνει μοιάζει εξίσου μεθυστικό με το ουίσκι. Από καιρό σε καιρό, το μάτι του πιάνει την επιβλητική φιγούρα του Κένυ να πηγαίνει καβάλα σ' ένα τεράστιο, αφρισμένο κύμα. Μετά συγκεντρώνοντας την προσοχή του στη δική του τελετουργία εξαγνισμού, ο Τζορτζ οπισθοχωρεί παραπατώντας, με τα μπράτσα ολάνοιχτα, για να δεχτεί το συντριπτικό βάπτισμα του κύματος. Αφήνοντας ολοκληρωτικά τον εαυτό του στο έλεός του, διώχνει μακριά τη σκέψη, το λόγο, τις ψυχικές διαθέσεις, την επιθυμία, το εγώ, ολόκληρη τη ζωή. Με κάθε κύμα γίνεται όλο και πιο καθαρός, πιο ελεύθερος, πιο ελαφρύς. Νιώθει απόλυτα ευτυχισμένος».   
                               
                                     Το trailer της ταινίας «Α SINGLE MAN» του Τομ Φορντ.