Νομίζω δεν υπάρχει άλλο περιοδικό στον κόσμο που να αγαπά τόσο πολύ το βιβλίο και τους συγγραφείς όσο το New Yorker. Από τις 21 Φεβρουαρίου του 1925 που κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος μέχρι σήμερα, από τις σελίδες του έχουν περάσει οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες του περασμένου αιώνα και αυτής της δεκαετίας. Δεν ήταν λίγες οι φορές, στα 86 αυτά χρόνια, που το βιβλίο πρωταγωνιστεί στα εξώφυλλα του New Yorker. Εδώ έχω συγκεντρώσει μερικά από αυτά, τα πιο αγαπημένα μου. Εξώφυλλα ντυμένα πάντα με πίνακες, σκίτσα ή μοντέρνες εικονογραφήσεις, που έγιναν το σήμα κατατεθέν μιας ολόκληρης εποχής. Χωρίς να αλλοιωθούν ούτε στο ελάχιστο, χωρίς να χάσουν την αίγλη τους, παρέμειναν το αντίβαρο ακόμα κι όταν η εικόνα εκτόπισε βίαια την ουσία. Το New Yorker κράτησε χαρακτήρα όταν μεσουρανούσε η άγρια, κενόδοξη, φιγούρα και ο ωμός νεοπλουτισμός. Ήταν και παραμένει μια «σφαλιάρα» στην αναίδεια ενός κόσμου που στέκεται θορυβωδώς στην επιφάνεια.
Ακόμα κι αν τα έντυπα κάποια μέρα στο μακρινό (;) μέλλον σταματήσουν να εκδίδονται και διανέμονται αποκλειστικά σε ηλεκτρονική μορφή, ελπίζω να συνεχίσουμε να βλέπουμε αυτά τα εξώφυλλα-έργα τέχνης, έστω και σε οθόνες αφής.
Μπορεί το χαρτί κάποια στιγμή να ξεπεραστεί (που δεν το πιστεύω) το να διαβάζεις όμως ποτέ. Γιατί όπως είπε ο Ντέιβιντ Ρέμνικ, ο σημερινός διευθυντής του New Yorker, στο BHMAgazino και στον δημοσιογράφο Μάκη Προβατά (23/10/11), αυτό είναι θέμα χαρακτήρα: «Δεν πήγα σε ένα πανεπιστήμιο που μου έμαθαν να διαβάζω ούτε μεγάλωσα σε περιβάλλον με βιβλία, ήταν μάλλον θέμα χαρακτήρα. Μεγάλωσα σε μια οικογένεια πραγματικά μεσαία. Ο πατέρας μου ήταν οδοντίατρος και η μητέρα μου δασκάλα, μέχρι που αρρώστησε σε πολύ νεαρή ηλικία και εγκατέλειψε. Εγώ απλώς κόλλησα την αρρώστια να διαβάζω βιβλία από πολύ νέος. Βιβλία που είχαν να κάνουν με τον δικό μου κόσμο και άλλα που δεν είχαν καμία σχέση με αυτόν. Διάβαζα τον Φίλιπ Ροθ ο οποίος έγραφε ιστορίες που συνέβαιναν στη διπλανή μου πόρτα και παράλληλα άρχισα να ανακαλύπτω όλους αυτούς τους συγγραφείς, κυρίως Ρώσους, τον Τσέχοφ και τον Τολστόι και τον Ντοστογιέφσκι, που περιέγραφαν πράγματα μακρινά σε εμένα, αλλά τελικά τόσο κοντινά μου. Όμως δεν είναι δύσκολοι να τους καταλάβεις, απλώς πρέπει να διαβάσεις τις ιστορίες τους, και έπειτα από λίγο παύει να σε τρομοκρατεί η ανάγνωση του έργου τους και μένει το μεγαλείο του».
|