Εκεί όπου όλοι έβλεπαν μια ακατάστατη βιβλιοθήκη, εγώ είδα ένα ουράνιο τόξο.
Από μικρός ονειρεύομαι ένα μικρό δώμα γεμάτο βιβλία. Όλοι οι τοίχοι του να είναι καλυμμένοι από άκρη σ' άκρη με ράφια. Και στο κέντρο του μια δερμάτινη πολυθρόνα με υποπόδιο, στραμμένη προς το παράθυρο για να κοιτώ ανάμεσα στις φράσεις πού και πού τον ουρανό. 
Οι βιβλιοθήκες είναι το φετίχ μου. Πεθαίνω για κομοδίνα φορτωμένα με μυθιστορήματα που περιμένουν τη σειρά τους. Για άνετες πολυθρόνες, φουτουριστικές σαν αυτές που σχεδιάζει ο Marc Newson ή κλασικές μπερζέρες της γιαγιάς. Για αφράτους καναπέδες πλάι στο τζάκι. Για κάθε μικρή γωνιά, δηλαδή, όπου αράζει κανείς σαν τεμπέλης γάτος για να διαβάσει, να σκεφτεί, να ονειρευτεί.
Το σπίτι μου, αν και μικρό, είναι γεμάτο με τέτοιες γωνιές: Έχω ένα κατάλευκο ανάκλιντρο πλάι σε ένα μεγάλο παράθυρο, όπου μου αρέσει να κάθομαι εκεί με το βιβλίο μου αγκαλιά ρίχνοντας κλεφτές ματιές στα σύννεφα και στη βροχή. Μια πολυθρόνα με μεγάλη πλάτη, από αυτές του γιατρού που ξαπλώνουν πίσω. Έναν καναπέ στην καταπράσινη ταράτσα μου για να διαβάζω κάτω από τα δέντρα, όταν έχει λιακάδα. Κι έχω και το κρεβάτι μου, γιατί δεν κλείνω ποτέ μάτι αν δεν ανοίξω πρώτα ένα βιβλίο. Όσο για τις βιβλιοθήκες, έχω τρεις. Κι όλες πάντα το χάος. Ο χειρότερος εφιάλτης του βιβλιοθηκονόμου. Βιβλία στοιβαγμένα κατά τύχη, αυθόρμητα σαν τις παιδικές μου αναμνήσεις. Τακτοποιημένα μέσα στην αταξία τους. Χωρίς να λάβω υπόψη αλφαβητική σειρά, εκδοτικό οίκο, χώρα, θεματολογία ή είδος.
Όσες φορές κι αν φτιάξω τις βιβλιοθήκες μου, σε λίγες μέρες μαζεύονται τόσα καινούρια βιβλία που πρέπει είτε να χαρίσω όσα δεν σκοπεύω να διαβάσω είτε να φυγαδεύσω τα υπόλοιπα στη βιβλιοαποθήκη μου. Όσα κρατάω μέσα στο σπίτι, τα τακτοποιώ διαρκώς, ανάλογα με τις εμμονές της εποχής. Τώρα τελευταία σε ένα από τα ράφια, έχω ταξινομήσει τα βιβλία ανάλογα με το χρώμα της ράχης τους. Σαν παλέτα. Έτσι που ο Κάφκα ανακατεύεται με τον Στίβεν Κινγκ και ο Ηράκλειτος με τον Μπρετ Ίστον Έλις. Η Τζέιν Έιρ τρέχει να γλυτώσει από τους τους μανιακούς του Τζέιμς Ελρόι και ο Βέρθερος αγκαλιάζει με πάθος τη Λίσμπετ Σαλάντερ. Κι όλα αυτά, γιατί εκεί όπου όλοι έβλεπαν μια ακατάστατη βιβλιοθήκη, εγώ είδα ένα ουράνιο τόξο.
Αν πάντως ισχύει, αυτό που λένε, ότι καταλαβαίνεις πολλά για κάποιον αν ρίξεις μια ματιά στη βιβλιοθήκη του, εγώ τι είμαι; Γιατί χάρισα τα βιβλία μου; Φοβάμαι τις δεσμεύσεις ή απλά βαριέμαι να ξεσκονίζω; Αλλά και το γεγονός ότι όσα έμειναν τα τακτοποίησα παίζοντας με τις αποχρώσεις, τί δείχνει; Ότι είμαι ένα πρώτης τάξεως άθυρμα του ντιζάιν; Ότι παθαίνω αλλεργία σε κάθε είδους κανόνα, ξεκινώντας πρώτα από αυτούς της βιβλιοθηκονομίας; Ότι τη βρίσκω αναζητώντας μαζοχιστικά από ράφι σε ράφι τρεις ώρες ένα βιβλίο χωρίς αποτέλεσμα; Ότι ψάχνω διαρκώς δημιουργικούς τρόπους για να αποδείξω ότι η βαρετή πραγματικότητα μπορεί να αλλάξει αρκεί να τη δεις αλλιώς; Δεν ξέρω, η ψυχανάλυση θα δείξει.


Υ.Γ. Πρόσφατα είδα ότι τα παιδιά στο Facebook, στην τέλεια ομάδα Τι διαβάζουν οι άνθρωποι στο μετρό και στο λεωφορείο; Ε; ανεβάζουν φωτογραφίες από κομοδίνα, γραφεία, βιβλιοθήκες. Πεθαίνω. Δεν χορταίνω να τις κοιτώ!