Η Χιλή του Αλιέντε και
το πραξικόπημα του Πινοτσέτ. Η ποίηση
και η δολοφονία ως μία εκ των καλών
τεχνών. Η γοητεία του κακού και ένας
παρανοϊκός υποσμηναγός της πολεμικής
αεροπορίας που γράφει με τον καπνό του
αεροπλάνου του στον ουρανό ανατριχιαστικούς
στίχους από τη Βίβλο. Αυτή είναι σε
γενικές γραμμές η παράξενη ιστορία που
αφηγείται ο Ρομπέρτο Μπολάνιο στο
Μακρινό Αστέρι (εκδόσεις Καστανιώτη).
Το μυθιστόρημα
παρακολουθεί, μέσα από τις διηγήσεις
του ήρωα-αφηγητή, μια παρέα φοιτητών,
από δεκαεπτά έως εικοσιτριών ετών, που
απολάμβανε τη μαγεία της λογοτεχνίας
στη Χιλή του 1971, λίγο πριν η χώρα βυθιστεί
στη βία του Πινοτσέτ. Έξι πρόσωπα εντελώς
διαφορετικά μεταξύ τους, με κοινό
παρονομαστή την ίδια την ποίηση. Παιδιά
που ανακάλυπταν τον κόσμο στις σελίδες
των βιβλίων. Όπως ο Βιβιάνο που μάθαινε
γαλλικά για να μπορεί να διαβάζει Σταντάλ
στο πρωτότυπο και «ονειρευόταν να
κλειστεί μέσα στον Σταντάλ και να αφήσει
τα χρόνια να περάσουν». Ή οι αδερφές
Γκαρμέντια, οι οποίες ήθελαν ένα πορτρέτο
του Μαγιακόφσκι στο σαλόνι τους. Ή η
Μάρτα Ποσάδας που το πρωί σπούδαζε
ιατρική και τις νύχτες αντικαθιστούσε
το νυστέρι με το μολύβι. Όλοι μαζί, και
ο αφηγητής, συγκεντρώνονταν σε ένα
εργαστήρι δημιουργικής γραφής, σε μια
λέσχη ποίησης που βρισκόταν στα υπόγεια
της Ιατρικής Σχολής. «Σε ένα δωμάτιο με
λίγα έπιπλα και κακό αερισμό, που το
χώριζε μόλις ένας διάδρομος από το
αμφιθέατρο όπου οι φοιτητές τεμάχιζαν
πτώματα στα μαθήματα ανατομίας». Εκεί,
γνώρισαν τον Αλβέρτο Ρουίς-Ταγλέ, έναν
λίγο απόμακρο, καλοντυμένο νεαρό ποιητή
που δήλωνε αυτοδίδακτος. Τα κορίτσια
τον ερωτεύθηκαν και τα αγόρια γοητεύθηκαν
από το ιδιαίτερο στυλ του. Ήταν ένας
μπον βιβέρ των γραμμάτων. Γόνος καλής
οικογενείας, ζούσε σε ένα δικό του
διαμέρισμα, οδηγούσε ένα μοντέρνο
αυτοκίνητο και φορούσε πάντα τις πιο
ακριβές μάρκες.
Η δικτατορία σκόρπισε
την παρέα. Οι αδερφές Γκαρμέντια έφυγαν
από την πόλη και επέστρεψαν στο
οικογενειακό τους σπίτι στην επαρχία.
Ο αφηγητής φυλακίστηκε. Και ο Ρουίς-Ταγλέ
μεταμορφώθηκε στον Κάρλος Βίντερ, τον
πιλότο που έγινε διάσημος στη Χιλή
γράφοντας ποίηση στον ουρανό με τον
καπνό του αεροπλάνου του. Όταν ο αφηγητής
βγαίνει από τη φυλακή συναντά τον Βιβιάνο
και μαζί ανακαλύπτουν ότι οι αδερφές
Γκαρμέντια έχουν εξαφανιστεί. Ψάχνοντας
μαθαίνουν ότι τις έχει βασανίσει και
τελικά σκοτώσει ο Ρουίς-Ταγλέ και
αρχίζουν τις έρευνες για τον εντοπισμό
του, έρευνες που κρατούν ολόκληρα χρόνια.
Σε μία χώρα που καταρρέει κάτω από το
βάρος της βίαιης και νεοφιλελεύθερης
πολιτικής του Πινοτσέτ, ένας παρανοϊκός
κατά συρροή δολοφόνος που σκοτώνει τα
θύματά του συνδέοντας κάθε του πράξη
με την ποίηση, είναι μια βελόνα χαμένη
στ' άχυρα.
Πρόκειται για ένα
συγκλονιστικό βιβλίο, βαθιά πολιτικό,
που αποτυπώνει το πόσο άγριο, γοητευτικό
κι επικίνδυνο μπορεί να γίνει το κακό,
αγλαϊσμένο με το φως της τέχνης. Παρόλα
αυτά, μου άφησε διαβάζοντάς το την
αίσθηση πως κάτι έλειπε. Μάλλον περίμενα
περισσότερα γεγονότα για τη Χιλή του
Πινοτσέτ. Οι θηριωδίες ενός δικτάτορα
που είχε τις πλάτες της Θάτσερ και του
Μίλτον Φρίντμαν, οι χιλιάδες εξαφανισμένοι,
το Καραβάνι του Θανάτου και οι πολιτικές
εκτελέσεις, όλα αυτά που περιγράφονται
στο βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα Η Τρέλα του Πινοτσέτ (εκδόσεις Opera), εδώ απλά
υπονοούνται. Ίσως γιατί ο αληθινός
πρωταγωνιστής του βιβλίου δεν είναι η
βία, αλλά η ποίηση.