Ξέρω, τίποτα δεν συγκρίνεται με την ανάλαφρη εξωστρέφεια του καλοκαιριού, όμως και ο χειμώνας έχει τη χάρη του. Να βρέχει, για παράδειγμα, και να μην έχεις κανονίσει τίποτα. Να μένεις όλη μέρα σπίτι και να σέρνεσαι από καναπέ σε καναπέ. Διάβασμα και φλιτζάνια με αχνιστό τσάι, βελουτέ σούπες με φρυγανισμένο ψωμί, πλατό με τυριά και αλλαντικά, κρασί και μουσική.

Ακόμα και τις εργάσιμες ημέρες όμως, είναι αναζωογονητικό να κλέβεις μερικές ώρες για να κάνεις τα δικά σου. Μου αρέσει τρελά να ξυπνάω νωρίς και με το πιο ζεστό μου μπουφάν να πηγαίνω με το ποδήλατο στη θάλασσα. Να πίνω τον πρώτο καφέ στο κρύο. Ζεστό χάρτινο ποτήρι σε παγωμένα χέρια. Μια μικρή απόδραση πριν τα γραφεία.

Ευτυχώς, τώρα που συνήθισα (πάντα με ωτοασπίδες), να διαβάζω αναίσθητα όπου βρω, φέτος δεν θα αφήσω café και πάρκο ανεκμετάλλευτο. Οι περισσότεροι άνθρωποι λένε ότι διαβάζουν περισσότερο το καλοκαίρι, στην παραλία. Στη δική μου περίπτωση, αυτό δεν ισχύει. Πιο πολλά βιβλία διαβάζω το χειμώνα. Αυτά τα υπέροχα μακρόσυρτα βράδια, όταν γυρνάω από τη δουλειά και το μόνο που θέλω είναι να χωθώ κάτω από το πάπλωμα και να απολαύσω ένα μυθιστόρημα στο ημίφως.

Κι επειδή, ως γνωστόν, είμαι junkie της λίστας, να όλα όσα με κάνουν να αγαπώ το χειμώνα γενικά και τον συγκεκριμένο ακόμα περισσότερο:
  • Θα διαβάσω επιτέλους τους Αδερφούς Καραμάζοφ (σε μετάφραση της Ελένης Μπακοπούλου για τις εκδόσεις Ίνδικτος).
  • Θα κατεβάσω την τηλεοπτική σειρά Boardwalk Empire του Σκορσέζε. Πολιτικοί, γκάνγκστερς και φλάπερς την εποχή της ποτοαπαγόρευσης.
  • Έχω μια στοίβα comics που με περιμένουν: Palaistine του Joe Sacco (εκδ. ΚΨΜ) / Γκαρντούνο, στον καιρό της ειρήνης του Phillipe Squarzoni (εκδ. Βιβλιοπέλαγος) /Αβάνα του Reinhard Kleist (εκδ. Γνώση) / Fun Home του της Alison Bechdel (εκδ. Γράμματα) / Χαιρετίσματα από τη Σερβία του Aleksandar Zograf (εκδ. ΚΨΜ) και το Exit Wounds της Rutu Modan που διάβασε η Αγιάτη και της άρεσε.
  • Σκανδιναβική λογοτεχνία κι έξω να αστράφτει και να βροντάει. (Κανένας δεν περιγράφει ωραιότερα τα τοπία της παγωνιάς από έναν Νορβηγό ή Σουηδό θριλεράκια).
  • Κυριακάτικο σινεμά. Κυρίως γι αυτή την υπέροχη αίσθηση που έχεις όταν μπαίνεις μέρα στην αίθουσα, βγαίνεις νύχτα και σε φυσά ξαφνικά ο κρύος αέρας.
  • Η μεταφορά του συγκλονιστικού βιβλίου της Μαργαρίτας Καραπάνου Rien ne va plus (εκδ. Καστανιώτη) στη σκηνή Black Box του πολυχώρου 104, είναι κατά τη γνώμη μου το θεατρικό γεγονός της νέας σεζόν.  
  • Έχω περιέργεια να δω τη μεταμόρφωση της Νικόλ Κίντμαν σε Γκέις Κέλι στην ταινία Grace of Monaco.
  • Ίσως αρχίσω να βλέπω Game of Thrones. Έχω διαβάσει το πρώτο βιβλίο και δεν μου άρεσε καθόλου. Οι φίλοι μου ωστόσο επιμένουν να δω τουλάχιστον τη σειρά.
  • Ωραία απογεύματα στο γραφείο, να κάνεις δημιουργικά πράγματα και στο παράθυρο η χειμωνιάτικη λιακάδα να χρυσίζει τα γυμνά κλαδιά της λεύκας.
  • Θέλω να προλάβω να διαβάσω τη Μικρά Αγγλία της Ιωάννας Καρυστιάνη (εκδ. Καστανιώτη) πριν βγει η ταινία του Παντελή Βούλγαρη στις αίθουσες. 
  • Rigoletto το Δεκέμβρη στη Λυρική! ♪♫
  • Βόλτες στα βιβλιοπωλεία κι ένας cappuccino, ανάμεσα σε δύο επαγγελματικά ραντεβού.
  • T-bone steaks ψημένα αργά και μηλόπιτες.
  • Mεθυστική βόλτα σε wine bar. Μεσοβδόμαδα.
  • Κι ένα βιβλίο με βρετανικό χιούμορ που περιμένω με τρελή ανυπομονησία: Ιδιοπάθεια του Sam Byers σε μετάφραση της Μαργαρίτας Ζαχαριάδου (εκδ. Ίκαρος).
Y.Γ. Καλό χειμώνα! :-)



...ελεύθερο χρόνο, μια αναπαυτική πολυθρόνα, γαλλικό καφέ και ένα σκασμό ολοκαίνουρια βιβλία για γνωριμία (και ό,τι ήθελε προκύψει). Θα γίνουν δεκτές μόνο σοβαρές προτάσεις. Διαθέτω δικό μου χώρο, αλλά διατίθεμαι και να μετακινηθώ. Πληροφορίες: εντός.

Υ.Γ. Παρακαλώ, ανοίξτε τις βιβλιολίστες και αποκαλύψτε το καυτό περιεχόμενό τους: Ποια βιβλία αγοράσατε/δανειστήκατε/ανταλλάξατε; Τι θα θέλετε να διαβάσετε το επόμενο διάστημα; Ποιες είναι οι νέες αφίξεις που σας έχουν βάλει σε πειρασμό;




...αναμφισβήτητα είναι το Μαπούτσε του Caryl Ferey (εκδ. Άγρα, μτφ. Αργυρώ Μακάρωφ). Έχει όλα όσα κάνουν ένα βιβλίο της νουάρ λογοτεχνίας να ξεχωρίζει: στυλάτους ήρωες, γρήγορη πλοκή που σου κόβει την ανάσα και -μέσα σε ένα μακελειό με πυροβολισμούς, καταδιώξεις και πολύνεκρες επιθέσεις- έναν έρωτα με αρχέγονη δύναμη. Ο γεννημένος στη Βρετάνη συγγραφέας στήνει μια ιστορία γεμάτη ένταση, ρυθμό και οικονομία. Δεν περισσεύει ούτε λέξη από αυτό το συγκλονιστικό ταξίδι στην Αργεντινή του σήμερα, στο Μπουένος Άιρες της κρίσης (2001) αλλά και στα χρόνια της δικτατορίας του Χόρχε Βιντέλα (1976-1981).

Ταξιδευτής και λίγο ροκ, ο Φερέ περιγράφει τα τοπία με τέτοιο τρόπο που σε κάνει να νιώθεις λες και παρακολουθείς μία on the road κινηματογραφική περιπέτεια. Ο ίδιος έχει γυρίσει ολόκληρη την Ευρώπη με τη μοτοσυκλέτα του και μετά από μια μεγάλη περιήγηση σε διάφορες χώρες, κατέληξε στη Νέα Ζηλανδία. Τελικά όμως έγραψε για την (!) Αργεντινή (σαν να έχει ζήσει μάλιστα όλη τη ζωή του εκεί).

Στον πυρήνα της ιστορίας που αφηγείται είναι ένα δίκτυο στρατιωτικών που έκλεβε την περίοδο της δικτατορίας τα παιδιά των αντιφρονούντων και τα πουλούσε σε πλούσια, άκληρα ζευγάρια. Χιλιάδες εγκλήματα, δολοφονίες, βασανιστήρια έγιναν εκείνα τα χρόνια, αλλά ο δικτάτορας Χόρχε Βιντέλα πλήρωσε αρχικά γι' αυτά μόνο με πέντε χρόνια φυλάκισης. Αν και είχε καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη, το 1990 ο τότε πρόεδρος της χώρας Κάρλος Μένεμ του έδωσε χάρη, όπως και σε άλλα στελέχη του στρατιωτικού πραξικοπήματος. Τα στοιχεία που ενοχοποιούσαν τη δικτατορία ακόμα και για ανοιχτές υποθέσεις εξαφανίσεων θάφτηκαν από την πολιτεία, στο όνομα της λήθης που θα βοηθούσε την Αργεντινή να κλείσει τα τραύματά της και να προχωρήσει μπροστά. Έτσι ένας κακοποιημένος λαός βάδισε προς την καταστροφή, κουκουλώνοντας το μοναδικό όπλο που έχει ένα έθνος: την ιστορική του αλήθεια. Ο Χόρχε Βιντέλα φυλακίστηκε ξανά το 1998, όταν κρίθηκε ένοχος για την απαγωγή παιδιών από το καθεστώς του. Φυσικά, δεν έμεινε για πολύ στη φυλακή, μόνο για μερικές ημέρες. Κατόπιν τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό για λόγους υγείας. Η διαφθορά έφτανε μέχρι τους κόλπους της εκκλησίας, της πολιτικής, της επιστήμης, οπότε πολλοί ήταν εκείνοι που ήθελαν πάση θυσία να θάψουν τις ιστορίες των αγνοουμένων τις οποίες σκάλιζαν οι Γιαγιάδες της Πλατείας του Μάη (μια δυναμική οργάνωση που δεν σταμάτησε να αναζητά τους αναρίθμητους αγνοούμενους της δικτατορίας). Για την ιστορία, ο Νέστορ Κίρχνερ, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία της χώρας μετά την τραυματική της χρεοκοπία, άνοιξε ξανά το φάκελο του Χόρχε Βιντέλα. Η χάρη που του είχε δώσει ο Μένεμ κρίθηκε αντισυνταγματική και τον Δεκέμβριο του 2010 ο πρώην δικτάτορας καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και παρέμεινε στη φυλακή μέχρι το τέλος της ζωής του.

Το μυθιστόρημα του Φερέ αφηγείται όλα αυτά τα πραγματικά γεγονότα, εντάσσοντάς τα μέσα στην πλοκή. Οι σκηνές βασανισμού στα κολαστήρια της δικτατορίας είναι τόσο σκληρές, που πυροδοτούν στον αναγνώστη έναν απίστευτο θυμό. Δεν μπορείς να αφήσεις το βιβλίο από τα χέρια σου, όχι μόνο γιατί θες να δεις την εξέλιξη της ιστορίας, αλλά γιατί αποζητάς τη δικαίωση των ηρώων.

Κεντρικό πρόσωπο η Ζανά, μια Ινδιάνα της φυλής Μαπούτσε. Έχοντας η ίδια βιώσει τον παραλογισμό, το ρατσισμό και τη σκληρότητα αυτού του κόσμου, αφού η οικογένειά της εκδιώχθηκε βίαια από τη γη της, κατέφυγε στο Μπουένος Άιρες της οικονομικής κρίσης για να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Για να επιβιώσει αναγκάστηκε να γίνει πόρνη και να ζήσει στο δρόμο. Χρόνια μετά, έχοντας πλέον γίνει γλύπτρια, μένει σε μια παλιά καταπατημένη αποθήκη που έχει μετατρέψει σε ατελιέ. Εκεί φτιάχνει γιγαντιαία μεταλλικά γλυπτά και περνάει το χρόνο της κάνοντας παρέα με δύο τραβεστί. Η περιπέτεια αρχίζει όταν ένα βράδυ το πτώμα της Λους, της μία εκ των δύο τραβεστί, βρίσκεται ευνουχισμένο στο λιμάνι. Η Ζανά και η Πάουλα απευθύνονται στην αστυνομία, αλλά μη μπορώντας να βγάλουν άκρη ζητούν τη βοήθεια ενός ιδιωτικού ντετέκτιβ, του Ρουμπέν Καλδερόν.

Ο Ρουμπέν, γιος ενός ποιητή που βασανίστηκε από τη δικτατορία για τις αριστερές ιδέες του και αυτοκτόνησε στο κελί του, έχει αφιερώσει τη ζωή του στις έρευνες για τον εντοπισμό ανθρώπων που αγνοούνται από εκείνη την περίοδο. Αρχικά, αρνείται να βοηθήσει τη Ζανά να βρει το δολοφόνο της φίλης της, αφού η υπόθεση δεν δείχνει να έχει σχέση με τα πολιτικά εγκλήματα που συνηθίζει να αναλαμβάνει. Στη συνέχεια όμως ερευνώντας την εξαφάνιση μιας πλούσιας, νεαρής γυναίκας, πέφτει πάνω στην Ινδιάνα. Οι δυο υποθέσεις δείχνουν να έχουν πολλά κοινά. Οι ήρωες θα έρθουν κοντά και μαζί θα προσπαθήσουν να ξετυλίξουν το νήμα ενός κουβαριού που τους οδηγεί πίσω στην πρόσφατη ιστορία της πολύπαθης Αργεντινής.

Υ.Γ. Το βιβλίο, μετά τις 200 σελίδες, διαβάζεται σε μία νύχτα. Η πλοκή είναι καταιγιστική. Οι περιγραφές είναι έξοχες. Το Μαπούτσε όμως σε κάνει να το αγαπήσεις όχι μόνο γιατί σε κρατά σε διαρκή αγωνία, αλλά εξαιτίας των ηρώων του. Και οι δύο είναι υπέροχοι! Τόσο, που λυπάσαι πραγματικά να τους αποχωριστείς.


Το χειρότερο δεν είναι να μην σου αρέσει πολύ το βιβλίο που διαβάζεις. Αλλά να μην βρίσκεις χρόνο να καθίσεις ήσυχα και να απολαύσεις ένα μυθιστόρημα που γουστάρεις τρελά. Το κουβαλάς μαζί σου στην τσάντα, ελπίζοντας να διαβάσεις λίγο στην κίνηση ή σε κάποιο café ανάμεσα σε δύο ραντεβού, σαν τον κλέφτη.

Το φετινό φθινόπωρο ήταν μέχρι ώρας το χειρότερο από αυτή την άποψη. Με ένα σπίτι διαλυμένο λόγω ανακαίνισης, με τα βιβλία σε κούτες ή σε στοίβες πάνω σε σκεπασμένα τραπέζια με νάιλον, με πολλές μαζεμένες υποχρεώσεις στο γραφείο, ζόρικα ωράρια και πολλά ξενύχτια, έγινα ένας από εκείνους που λένε μια φράση την οποία δεν συμπαθώ καθόλου: «Δεν έχω χρόνο για διάβασμα».

Όταν άκουγα ανθρώπους να το λένε, δεν το πίστευα. Να που συμβαίνει, καμιά φορά, ακόμα και σε κάτι τύπους σαν εμένα που δεν μπορούν να φανταστούν τη ζωή τους χωρίς τα βιβλία. Όταν, όμως, γυρίζεις σπίτι μετά από 12 με 15 ώρες δουλειάς, το τελευταίο πράγμα που μπορείς να καταφέρεις είναι να διαβάσεις δέκα σελίδες σερί χωρίς να σε πάρει ο ύπνος. Προτιμάς να δεις μισό επεισόδιο Dexter ή να χαζέψεις στο Facebook και στο Twitter, να μιλήσεις στο τηλέφωνο ή το Skype, να φτιάξεις ένα ποτό και να ακούσεις λίγη μουσική για να χαλαρώσεις πριν πας στο κρεβάτι.

Με αυτό το ρυθμό, διαβάζοντας κάθε πρωί 20 περίπου σελίδες, πίνοντας τον καφέ μου, χρειάζομαι τρεις εβδομάδες για να τελειώσω ένα βιβλίο των 500 σελίδων. Απλώς απαράδεκτο, για τις δικές μου ανάγκες. Όταν δεν διαβάζω με την ταχύτητα που έχω συνηθίσει (ή με την ταχύτητα που μου αρέσει) αισθάνομαι ότι κάτι δεν κυλάει καλά στη ζωή μου, ότι κάτι πολύ σημαντικό λείπει. Και πράγματι έτσι είναι, λείπει κάποιος που αγαπάς κι αυτή η υπέροχη αίσθηση που έχεις όταν ένα βιβλίο σε παρασύρει τόσο πολύ που σε κάνει να ζεις δυο ζωές: μια δική σου και μια χάρτινη.

Υ.Γ. Τα βιβλία μπήκαν επιτέλους στη θέση τους. Και μάλιστα, για πρώτη φορά ταξινομημένα αλφαβητικά και ανά κατηγορία: Κλασική λογοτεχνία, σύγχρονη ξένη, ελληνική, αστυνομική, βιογραφίες, ποίηση, θέατρο και δοκίμια/φιλοσοφία/οικονομία. Έβαλα τάξη και στο σπίτι και στην βιβλιοαποθήκη. Αυτό, τουλάχιστον, με αποζημιώνει, αφού πλέον με μια κίνηση (ή έστω με δύο) μπορώ να βρίσκω γρήγορα οποιοδήποτε βιβλίο αναζητώ.  



Ο illustrator Πολ Ρότζερ από την Καλιφόρνια είχε μια υπέροχη ιδέα: Να εικονογραφήσει σελίδα σελίδα το μυθιστόρημα On the Road του Τζακ Κέρουακ. Τα ασπρόμαυρα σκίτσα του σε κάνουν να θέλεις να διαβάσεις ξανά το βιβλίο. 



Προς το παρόν η συγκεκριμένη δουλειά του δεν έχει εκδοθεί, τα σκίτσα φιλοξενούνται στο site του. Μπορείτε να τα δείτε με τη σειρά κάνοντας κλικ στα παρακάτω links:


Να μου γράφεις για ό,τι διαβάζεις. Κάθε ταξίδι, κάθε βιβλίο και μια καρτ ποστάλ.



Δεν έχει σημασία η αλήθεια. Μεταξύ μας, δεν είχε ποτέ. Όσα διαβάζαμε ήταν πάντα γεγονότα που μας επηρέαζαν σαν να τα είχαμε ζήσει. Τέτοια πράγματα να μου γράφεις. Για δράκους που σκότωσες και για δικτάτορες που σε κυνήγησαν, για έρωτες περασμένων αιώνων και μυστικά που ανακάλυψες.



Να μου γράφεις για την Κουμίκο και τη γάτα του Τόρου Οκάντα. Για τον Βέρθερο και τη Λόττε. Για τον Γιάρομιλ και τον ομφάλιο λώρο του. Βαριέμαι τις αληθινές ιστορίες. Αν θες να μου πεις καμία, πες μου ψέματα, ότι τη διάβασες τάχα κάπου και δεν θυμάσαι πού.  

Υ.Γ. Ολες τις καρτ ποστάλ που σχεδίασε η Julie θα τις βρείτε στη σελίδα της στο etsy.com