Ξενύχτησα διαβάζοντας τη «Σκοτεινή Ήπειρο: Ο ευρωπαϊκός εικοστός αιώνας» του Μαρκ Μαζάουερ (εκδ. Αλεξάνδρεια). Ένα ενδιαφέρον ιστορικό βιβλίο, στο οποίο ο συγγραφέας παρατηρώντας τις ευρωπαϊκές πολιτικές μεταλλάξεις, θέτει ένα διαυγές ερώτημα: είναι όντως η δημοκρατία η ψυχή της Ευρώπης;

Όσα η Ευρώπη ξόρκισε στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, δεν ήταν, σύμφωνα με τον Μαζάουερ, απλώς παρεκκλίσεις από το δημοκρατικό δρόμο της, είναι αληθινές πληγές που καμουφλάρισε, σκοτεινές πτυχές της ταυτότητάς της τις οποίες σκέπασε μεταπολεμικά με πολιτικές κοινωνικής πρόνοιας. Όσο αληθινή είναι η Ευρώπη των ιδεολογιών, της Αναγέννησης, της ανεξιθρησκείας, της Επιστημονικής Επανάστασης, του Διαφωτισμού, άλλο τόσο αληθινή είναι και η Ευρώπη του φασισμού, του ναζισμού ή του κομμουνισμού. Αληθινή είναι και η Ευρώπη της κρίσης προσθέτω εγώ, αληθινή τόσο και η οικονομική πολιτική της όσο και η μεταναστευτική -που οδηγούν ανθρώπους σε απόγνωση και μωρά στο θάνατο-, αληθινό και το νεο-ακροδεξιό φλερτ ενός αξιοσημείωτου ποσοστού των πολιτών της. Θα βρει τρόπους η Ευρώπη να εκλογικεύσει ξανά και αυτή τη μετάλλαξη (αν τελικά πρόκειται για μετάλλαξη της δημοκρατίας και όχι απλώς για ένα στοιχείο της σκοτεινής ταυτότητάς της που ήρθε στο φως). Το έχει κάνει ξανά.

Όπως γράφει ο Μαζάουερ: «Μετά το 1945 ο φασισμός παρερμηνεύθηκε κι αυτός ως ένα παθολογικό πολιτικό φαινόμενο, όπου φρενοβλαβείς δικτάτορες οδήγησαν εκμαυλισμένους, υπνωτισμένους λαούς στην καταστροφή. Όμως οι πληγές της ηπείρου δεν μπορούν να εκληφθούν ως έργο μιας χούφτας τρελών, ούτε οι τραυματικές εμπειρίες μπορούν να αποδοθούν στην ψυχασθένεια του Χίτλερ ή του Στάλιν. Είτε μας αρέσει είτε όχι, και ο φασισμός και ο κομμουνισμός συνιστούσαν πραγματικές προσπάθειες να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα της μαζικής πολιτικής, της εκβιομηχάνισης και της κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Η φιλελεύθερη δημοκρατία δεν διέθετε πάντα όλες τις απαντήσεις».


Όπως η Ευρώπη σήμερα αντιμετωπίζει τις θηριωδίες του 20ου αιώνα ως το έργο μιας χούφτας παρανοϊκών έτσι και σε 50 χρόνια από τώρα πιθανόν να βλέπει τα νεκρά μωρά που είναι πια πάρα πολλά, ως απόρροια μιας παρανοϊκής πολιτικής (ή για την ακρίβεια ως απόρροια μιας ανύπαρκτης μεταναστευτικής πολιτικής) την οποία σαν υπνωτισμένη από το σοκ της οικονομικής κρίσης δεν απέτρεψε. Χρέος της Ιστορίας είναι να βάζει τα πράγματα στη θέση τους. Να μην εκλογικεύει, να μην επουλώνει πληγές, αλλά να εξηγεί όσα συνέβησαν και επιστημονικά να τα αναλύει.
Επειδή η φυσική κατάληξη της ιστορίας για μένα είναι πάντα η λογοτεχνία, διαβάζοντας για τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα στη Ρωσία, μου γεννήθηκε η ανάγκη να κατεβάσω από τη βιβλιοθήκη το μυθιστόρημα του Μπορίς Παστερνάκ «Δόκτωρ Ζιβάγκο» (εκδ. Ποταμός) και να το βάλω πάνω-πάνω στη λίστα με τα βιβλία που θέλω άμεσα να διαβάσω. Αμέσως μετά θα περάσω στα εξής μυθιστορήματα:
- «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά» του Λεονάρδο Παδούρα (εκδ. Καστανιώτη), το οποίο βασίζεται στη δολοφονία του Τρότσκι.
- «Η ζωή ενός αγνώστου άντρα» του Αντρέι Μακίν (εκδ. Καστανιώτη) για την πολιορκία του Λένινγκραντ. 
- «Παιδί 44» του Τομ Ρομπ Σμιθ (εκδ. Πατάκη). Ένα αστυνομικό page turner για τη μεταπολεμική Σοβιετική Ένωση.

Ίσως να επιστρέψω πάλι στο πολύ αγαπημένο μου «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα» του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ (εκδ. Θεμέλιο), ένα βιβλίο που θα έβαζα σίγουρα σε μία λίστα με τα 10 σπουδαιότερα βιβλία που έχω διαβάσει.

ΥΓ. Ένα εξαιρετικό, σχόλιο για την ταυτότητα της Ευρώπης έχει κάνει και ο Εντγκάρ Μωρέν στο μικρό βιβλίο «Ευρώπη: Πολιτισμός και βαρβαρότητα» (Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου), όπου όπως επισημαίνει, «η βαρβαρότητα συμπορεύτηκε με τον εκπολιτισμό και πολλές φορές υπήρξε η αιτία του». Ενώ απολαυστικός, όπως πάντα, είναι και ο Πασκάλ Μπρυκνέρ στην «Τυραννία της μεταμέλειας» (εκδ. Αστάρτη), ο οποίος εξηγεί ότι μπορεί η Ευρώπη να γέννησε τέρατα, ταυτόχρονα όμως μάς έδωσε τα διανοητικά όπλα για να τα νικήσουμε.

Όταν ξεκινούσα το πρωί με το ποδήλατο για το γιορτινό μπαζάρ των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης δεν περίμενα με τίποτα ότι στην Κλεισόβης στα Εξάρχεια θα γινόταν κυριολεκτικά ένα πάρτυ με live jazz από μία μπάντα, τραπέζια με κρασί, γλυκά και υπέροχα βιβλία που τα ήθελες όλα... Ο πεζόδρομος ήταν γεμάτος με κόσμο: παρέες φοιτητών, μεγαλύτεροι αναγνώστες, όλοι με τα μπουφάν μας και φορτωμένοι με τους τόμους μας, περιμέναμε υπομονετικά να πληρώσουμε για ώρες.

Ποιος να περίμενε τέτοια προσέλευση στο εβέντ ενός εξειδικευμένου εκδοτικού με επιστημονικά βιβλία; 
Ηθικό δίδαγμα 1ο: Κι όμως να που οι νέοι -ήταν η πλειοψηφία- όχι μόνο διαβάζουν, αλλά ενδιαφέρονται και για πολύ καλά βιβλία. Ήταν απόλαυση να βλέπεις μικρά κοτόπουλα στα 19 και στα 20 να αγοράζουν τον Συντηρητισμό του Κονδύλη ή την Ιστορία του Ελληνικού Κράτους του Δερτιλή.

Παρόλο που δεν υπήρχε σωστή οργάνωση: για παράδειγμα στα βιβλία δεν αναγράφονταν οι τιμές (έπρεπε να παρακολουθείς τον κατάλογο και να υπολογίζεις την έκπτωση) ή το ταμείο ήταν σε λάθος σημείο και οι πληρωμές γίνονταν πάρα πολύ αργά, ο καταναλωτής δεν είχε τουλάχιστον την αίσθηση ότι τον κοροϊδεύουν. Κανένας δεν δυσαρεστήθηκε, δεν διαμαρτυρήθηκε, δεν έσπρωξε, δεν ζήτησε να δει τον υπεύθυνο εκτοξεύοντας βιβλικές κατάρες - δεν έγινε δηλαδή τίποτε από όλα αυτά τα παρανοϊκά που συμβαίνουν συνήθως όταν συνωστίζονται πολλοί άνθρωποι με καταναλωτική φούρια σε ένα μικρό χώρο. Κατά τη γνώμη μου αυτό οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους: Πρώτον στην πολύ ευγενική συμπεριφορά των ανθρώπων του εκδοτικού που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να εξυπηρετήσουν τον κόσμο, ο οποίος ήταν ομολογουμένως περισσότερος από κάθε προσδοκία. Δεύτερον το μπαζάρ ήταν μπαζάρ: όλα τα βιβλία είχαν έκπτωση, όχι σαν κάτι άλλα απαράδεκτα μπαζάρ-αρπαχτές που έχουμε πάει κατά καιρούς και έπρεπε να έχουμε κληρονομικό χάρισμα για να καταφέρουμε να ξεχωρίσουμε ποια βιβλία ήταν σε προσφορά και ποια όχι. Στο σημερινό μπαζάρ ΟΛΑ τα βιβλία είχαν έκπτωση: τα καινούρια είχαν 40% (όσο και στην Πρωτοπορία δηλαδή), κάποια λίγα είχαν 80%, ενώ τα υπόλοιπα -τα περισσότερα- του καταλόγου είχαν 60% (αυτά ήταν ουσιαστικά που άξιζαν τον κόπο της αναμονής). 
Ηθικό δίδαγμα 2ο: Το ήθος αναγνωρίζεται και όταν αυτός που πουλάει σέβεται τόσο το προϊόν του όσο και τον καταναλωτή, ο καταναλωτής θα υπομείνει αδιαμαρτύρητα ακόμα και την πιο μεγάλη ταλαιπωρία με χαμόγελο.

Στα «λάφυρα» τώρα: Όπως θα είδατε στη φωτογραφία πήρα πέντε βιβλία συνολικής αξίας €79, το ένα του Κονδύλη μου το έκαναν δώρο γιατί είμαι γλυκούλης (:-p), και πλήρωσα μόνο €26.


ΥΓ. Όσο περίμενα σε ένα café στον πεζόδρομο διάβασα το μισό Φάντασμα της Όπερας, πετάχτηκα μέχρι το Εθνικό Θέατρο για να παραλάβω κάτι προσκλήσεις για τον Βίο του Γαλιλαίου, πέρασα από το βιβλιοπωλείο για να αγοράσω τη Σκοτεινή Ήπειρο του Μαρκ Μαζάουερ και τα Τρία Λευκά Φέρετρα του Αντόνιο Ούνγκαρ, έφαγα μία σαλάτα, σταμάτησα στο βεγκανομπακάλικο για αγαύη / σοκολάτα χωρίς γάλα / παξιμάδια βρώμης και επιπλέον γνώρισα και πέντε έξι ενδιαφέροντα άτομα και είπαμε δυο λογάκια της προκοπής.  

Σε αυτό το μπλογκ υπάρχει μία παράδοση χρόνων: κάθε Δεκέμβριο, λίγες ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, προτείνω ένα βιβλίο σκοτεινό για να έρθει να ισορροπήσει μέσα μας το λαμπιόνι και η μεταλλιζέ γιρλάντα της γιορτής. Θρίλερ με φαντάσματα, αστυνομικό, μακελάρικο graphic novel, ιστορικό με φονικούς σεισμούς, εκατονταετείς πολέμους και μεσαιωνικούς λιμούς, κάτι δυσοίωνο τέλος πάντων για να γίνει και λίγο κέφι. Παραμονές της άγιας νύχτας κι ενώ η μανούλα παίζει Fifty Shades of Chicken με τη δεμένη πισθάγκωνα γαλοπούλα στην κουζίνα, εγώ θρονιάζομαι στη δερμάτινη πολυθρόνα του εξόριστου στον καναπέ μπαμπά και με βλοσυρή αυταρέσκεια τηρώ τη δική μου παράδοση «χιόνια στο καμπαναριό, πανώλη σ΄ όλο το χωριό». Τίποτα ωραιότερο από το να περνάς τη γιορτή παρασιτικά στο πατρικό με ένα ωραίο, ανατριχιαστικό βιβλίο.

Φέτος, λοιπόν, αν είστε σε αντίστοιχο mood, προτείνω ένα μυθιστόρημα με καταιγιστική πλοκή που -έτσι, για την απληστία- τα έχει όλα: εγκλήματα, στοιχειωμένα σπίτια, ερειπωμένα νησιά, σπούκι νεκροταφεία με χορταριασμένους τάφους, εξαφανίσεις παιδιών, σημαδεμένους με θρησκευτικά σύμβολα αυτόχειρες... Χαμός. Η Εκδίκηση της Yrsa Sigurðardóttir (εκδ. Μεταίχμιο) ένα πολύ ατμοσφαιρικό αστυνομικό με φαντάσματα. Συνδυάζει την πλοκή μιας εξαφάνισης ανηλίκου με την περιπέτεια τριών φίλων σε ένα στοιχειωμένο σπίτι, το οποίο αγόρασαν σε κάποιο νησί και προσπαθούν μέσα στο καταχείμωνο να το ανακαινίσουν για να το μετατρέψουν σε ξενώνα πριν έρθει το καλοκαίρι. Λατρεύω τα βιβλία που είναι γεμάτα ανατριχιαστικές σκηνές και το συγκεκριμένο είναι από τα καλύτερα του είδους που έχω διαβάσει: οι σελίδες του είναι γεμάτες με σκοτεινές σκάλες, ανήλιαγα παγωμένα δωμάτια όπου παραμονεύει το κακό, απόκοσμα τριξίματα μέσα στην άγρια νύχτα, βήματα σε διαδρόμους, παράθυρα σε χειμωνιάτικα τοπία με τον αέρα να παραδέρνει τα γυμνά κλαδιά των δέντρων.

Στο βιβλίο ο αναγνώστης παρακολουθεί δύο παράλληλες ιστορίες που όμως στην πορεία μπλέκονται μέσα από μια γρήγορη δράση με ανατροπές που φτάνουν μέχρι το δυνατό φινάλε. Τρεις φίλοι -ένα ζευγάρι, η Κατρίν και ο Κάρδαρ, και η φίλη τους Λιβ που έχει χάσει πρόσφατα τον άντρα της- αφήνουν πίσω τους το πολιτισμό για να πάνε σε ένα έρημο νησί και να ανακαινίσουν ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι που αγόρασαν. Σύντομα ανακαλύπτουν ότι στο νησί συμβαίνει κάτι πολύ παράξενο: ένα παιδί εμφανίζεται από το πουθενά και τους ξυπνά μέσα στη νύχτα, σπασμένοι σταυροί από το νεκροταφείο βρίσκονται πεταμένοι στην αυλή, κοχύλια και υγρές πατημασιές υπάρχουν χωρίς εξήγηση στην κουζίνα. Η κακοκαιρία που κρατά τους φίλους αποκλεισμένους σε συνδυασμό με το αίσθημα ολοκληρωτικής απομόνωσης που νιώθουν όταν διαπιστώνουν ότι τα κινητά τους μυστηριωδώς δεν λειτουργούν πια, φτιάχνουν ένα ζοφερό κλίμα που γίνεται ολοένα και πιο άγριο. Στην απέναντι πόλη, ένας ψυχίατρος, ο Φρέιρ, αναζητά με τη βοήθεια μιας νεαρής ντετέκτιβ το γιο του που εξαφανίστηκε χρόνια πριν. Σύντομα οι δύο ήρωες ανακαλύπτουν ότι η υπόθεση εξαφάνισης έχει σχέση με την αυτοκτονία μιας ηλικιωμένης γυναίκας που βρέθηκε κρεμασμένη σε μια εκκλησία.

Η αίσθηση του κρύου, η παγωνιά του σκανδιναβικού τοπίου, κυριαρχεί, σχεδόν τη νιώθεις από την αρχή έως το τέλος. Φυσικά όπως όλα τα μυθιστορήματα αυτά είναι γραμμένο ακολουθώντας τα κινηματογραφικά τρικ των μάγων του νουάρ: κάθε κεφάλαιο σταματά την ώρα της κορύφωσης, έτσι που να μην μπορείς να αφήσεις το βιβλίο από τα χέρια σου.

ΥΓ. Υπολογίζω μέχρι τα Χριστούγεννα -μεταξύ Αριστοτέλη, Κοπέρνικου και Γαλιλαίου που διαβάζω για τη σχολή- να έχω ολοκληρώσει το ατμοσφαιρικό βικτοριανό μυθιστόρημα «Η γυναίκα με τα άσπρα» του Wilkie Collins (εκδ. Ηλέκτρα). Μετά σκέφτομαι να περάσω ή στο «Ζοφερό Οίκο» τoυ Charles Dickens (εκδ. Gutenberg), ή στον «Ένοικο» του Roland Topor, ή στον Μεγάλο Σεισμό: Καταστροφή, δέος και ορθολογισμός στη Λισαβόνα το 1755 (εκδ. Κριτική). Καλές γιορτές :-)


Το πάθος σκανδαλίζει γιατί είναι μια κατά βάση αντικοινωνική πράξη. Δυο άνθρωποι μαζί κι απέναντί τους όλος ο κόσμος. Αν «ερωτεύομαι» κατά τον Μπαρτ σημαίνει αφήνομαι στο άτρεπτο, άρα βρίσκομαι αυτομάτως «απέναντι των πάντων και ενάντια στους πάντες και τα πάντα», ο ερωτευμένος γυρνά την πλάτη σε όλους υποκινούμενος από μια αόρατη κλωστή σαν μαριονέτα που τον βγάζει διαρκώς έξω από το πλαίσιο.

Αυτήν ακριβώς την ιστορία αφηγείται ο Ρεϊμόν Ραντιγκέ στη νουβέλα «Ο διάβολος στο κορμί» (μτφρ. Χρύσα Κοντογεωργοπούλου) που κυκλοφορεί από εκδόσεις Ροές στην εξαιρετική σειρά microMEGA με σημαντικά κλασικά έργα σε βιβλία τσέπης. Ο ήρωας, ένας έφηβος μαθητής, ερωτεύεται μια μεγαλύτερη γυναίκα, σύζυγο ενός στρατιώτη που βρίσκεται στο δυτικό μέτωπο του Ά Παγκοσμίου Πολέμου. Το ζευγάρι μεθυσμένο από μια αποχαυνωτική συνενοχή αδιαφορεί για τις κοινωνικές συμβάσεις και κινείται με ορμή σαν όχημα χωρίς φρένα στο αντίθετο ρεύμα, επιδιώκοντας την πλήρωση ακόμα και μέσα από την καταστροφή. Ούτε καν οι τύψεις για την απιστία σε έναν στρατιώτη που πολεμά δεν είναι ικανές να φρενάρουν το πάθος.

Βασανισμένοι από τα πήγαινε-έλα του έρωτα -πνοή αφανισμού, ζήλια, ματαίωση, διάψευση, ενοχές για την ανίερη ένωση, πληρότητα (μια δυο στιγμές που έχεις την αίσθηση ότι βρίσκεσαι στον Παράδεισο, κι αν όχι στον βιβλικό παράδεισο, σε μια κατάσταση πλήρους αφασίας, συντονισμένος απόλυτα με το σύμπαν, αφημένος στη ροή του, σε μια αρμονική κυκλική κίνηση που τελειότερη αυτής δεν υπάρχει)-, οι ήρωες καταφεύγουν στον κυνισμό για να διεκδικήσουν το δικαίωμα να ζήσουν το μοναδικό και σπάνιο συναίσθημά τους.
«Πιστεύαμε ότι ήμαστε οι πρώτοι που αντιμετωπίζαμε αυτά τα βάσανα, γιατί δεν ξέραμε ότι ο έρωτας είναι σαν την ποίηση και ότι όλοι οι εραστές, ακόμα και οι μετριότεροι, νομίζουν ότι καινοτομούν».
Τα βάζουν με όλους, γίνονται θέμα συζήτησης, στόχος κουτσομπολιών, επαναστατούν. Αφήνονται στο διάβολο που κυβερνά πια το κορμί τους κι ας ξέρουν μέσα τους βαθιά πώς κανένας δεν βγήκε ποτέ κερδισμένος από μια τέτοια συναλλαγή. Υπακούν μονάχα στην έλξη που τους κινεί σαν δυο τρελαμένοι μαγνήτες στο μάθημα της φυσικής. Ηδονοθήρες, συλλέκτες του πρωτόγνωρου, περιπατητές που αναζητούν το μοναδικό, το σπάνιο, μια αποκαλυπτική ομορφιά που μπορούν να αναγνωρίζουν μονάχα οι εκλεκτοί, θύματα τελικά μιας αυταπάτης, οι δυο αυτοί ερωτευμένοι και όλοι οι ερωτευμένοι του κόσμου ψάχνουν ατέρμονα το όμοιό τους σαν σκύλος που κυνηγά την ουρά του.
«Ίσως είμαστε όλοι νάρκισσοι που αγαπάμε και μισούμε την εικόνα μας και οτιδήποτε άλλο μάς είναι αδιάφορο. Αυτό το ένστικτο της ομοιότητας μας καθοδηγεί στη ζωή φωνάζοντας μας “Αλτ!” μπροστά σ' ένα τοπίο, σε μια γυναίκα, σ΄ένα ποίημα. Μπορεί να θαυμάζουμε πολλά πράγματα, αλλά αυτή η αναστάτωση είναι τόσο διαφορετική».


Η ανάγνωση του μικρού αυτού μυθιστορήματος των 160 σελίδων είναι απόλαυση. Αυτό το οποίο κάνει ιδιαίτερη τη νουβέλα του Ραντιγκέ δεν είναι τόσο η πρωτοτυπία του έρωτα που αφηγείται, καθώς όλοι οι έρωτες είναι τόσο ίδιοι που είναι λες και διαβάζεις πάντα την ίδια περιπέτεια, αλλά το ιστορικό πλαίσιό της. Το παράνομο ζευγάρι βιώνει την ευτυχία του πάνω στην πλάτη ενός στρατιώτη που πολεμά για την πατρίδα του. Το 1923, που κυκλοφόρησε «Ο διάβολος στο κορμί», η έκδοση ενός τέτοιου βιβλίου ήταν ένα σκάνδαλο, καθώς η κοινωνία στη δυτική Ευρώπη τραυματισμένη βαθιά από τη φρίκη του Ά Παγκοσμίου Πολέμου που άλλαξε με απόλυτο τρόπο τον κόσμο, θεωρούσε ιεροσυλία τον κυνισμό των δύο ηρώων ενάντια σε έναν στρατιώτη που βρέθηκε στα χαρακώματα. Ο μποέμ Ραντιγκέ κατέκτησε ξαφνικά μια πρωτοφανή φήμη, την οποία δεν πρόλαβε να χαρεί καθώς το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς πέθανε από τυφοειδή πυρετό, αφήνοντας πίσω του και ένα δεύτερο έργο με τίτλο «Ο χορός του κόμη ντ΄Ορζέλ».


«Ο μαζοχιστής είναι αρχικά ένας απογοητευμένος αφέντης. Είναι ένας άνθρωπος που μια συνεχής επιτυχία, με άλλα λόγια μια συνεχής απογοήτευση, τον κάνει να εύχεται την αποτυχία· μόνο αυτή η αποτυχία μπορεί να του αποκαλύψει μιαν αυθεντική θεότητα, έναν διαμεσολαβητή άτρωτο στις δικές του προσπάθειες. Όπως γνωρίζουμε, η μεταφυσική επιθυμία οδηγεί πάντα στη σκλαβιά, στην αποτυχία και στην ντροπή. Εάν αυτές οι συνέπειες αργούν να εμφανιστούν, το ίδιο το υποκείμενο, με την παράδοξη λογική του, θα προσπαθήσει να επισπεύσει την εμφάνισή τους».
ή
«Μόνο το πλάσμα που μας εμποδίζει να ικανοποιήσουμε μιαν επιθυμία, την οποία το ίδιο μας προκάλεσε, είναι πραγματικά αντικείμενο μίσους. Αυτός που μισεί, μισεί πρώτα απ' όλα τον εαυτό του λόγω του κρυφού θαυμασμού που περικλείει το μίσος του».
ή
«Η ψευδαίσθηση είναι ο καρπός ενός παράδοξου παντρέματος ανάμεσα σε οξυδερκή πνεύματα».

Υπογραμμίσεις με κόκκινο στιλό από ένα πολύ αγαπημένο βιβλίο που είχα την τύχη να διαβάσω λίγο μετά τα είκοσι, στην ανάρρωση μιας ερωτικής απογοήτευσης η οποία έγινε η αφορμή για τον προσωπικό μου διαφωτισμό. Ρομαντικό ψεύδος και μυθιστορηματική αλήθεια του Ρενέ Ζιράρ. Με συγκίνηση έμαθα ότι ο σπουδαίος αυτός άνθρωπος έφυγε σήμερα (04/11/15) στα 92 του χρόνια. Ήταν ένας από τους συγγραφείς που μου άλλαξαν τη ζωή. Είχε προηγηθεί ο Γκαίτε με τα Πάθη του νεαρού Βέρθερου, ο Ρολάν Μπαρτ με Τα αποσπάσματα του ερωτικού λόγου και ο Σταντάλ με το Περί Έρωτος. Για τον έρωτά μου δεν έμαθα τίποτα έκτοτε, έμαθα όμως πολλά από την απουσία του.

ΥΓ. Τα ίδια περίπου έγραφα την 1η Οκτωβρίου του 2012 σε ένα ποστ με τίτλο Περί έρωτος, βιβλίων και άλλων δαιμονίων, τα ίδια φαντάζομαι θα γράφω και χρόνια μετά. Μερικά πράγματα δεν αλλάζουν ευτυχώς ποτέ.

Αναζητώντας το εξαντλημένο βικτoριανό μυθιστόρημα «Η γυναίκα με τα άσπρα» του Wilkie Collins από τις εκδόσεις Ηλέκτρα (2007), κατέληξα σε ένα μικρό παλαιοβιβλιοπωλείο στη στοά Όπερα, στην Ακαδημίας.

Ήμουν προετοιμασμένος για σαφάρι σε χαοτικές στοίβες και σε σκονισμένες βιβλιοθήκες με διπλές και τριπλές σειρές. Ευτυχώς τα πράγματα ήταν πιο εύκολα.

Ο ιδιοκτήτης αναζήτησε το βιβλίο στο site του βιβλιοπωλείου και κάτι βρέθηκε: Όχι το αντίτυπο των εκδόσεων Ηλέκτρα που πουλήθηκε δυστυχώς μία εβδομάδα πριν, αλλά μια διασκευή του μυθιστορήματος για το ραδιόφωνο με τον τίτλο Λάουρα -το όνομα της ηρωίδας-, το οποίο κυκλοφορούσε από τις εκδόσεις Δαμιανός. Με μια κίνηση βρήκε το μαύρο τόμο με το σκληρό εξώφυλλο χωρίς να χρειαστεί να ψάξει (ή να σου πει βαριεστημένα όπως συνηθίζουν στα παλαιοβιβλιοπωλεία «δες εκεί», εννοώντας σε ένα βουνό από τσαλαπατημένα βιβλία).

Όταν του είπα ότι με εντυπωσιάζει η οργάνωση, μου απάντησε ότι μπορώ να αναζητώ μόνος τα βιβλία που θέλω στο site και να βλέπω αν είναι διαθέσιμα. Όντως έτσι είναι. Το site orizontesbooks.gr διαθέτει μια πολύ καλή μηχανή αναζήτησης, η οποία δείχνει αν στο κατάστημα υπάρχει το βιβλίο που ψάχνεις. Εκτός από το συγγραφέα ή τον τίτλο του βιβλίου μπορείς να δεις τα αποθέματα ανά εκδοτικό οίκο. Όταν μάλιστα ένας πελάτης αγοράσει ένα βιβλίο, αυτό την ίδια στιγμή αφαιρείται από το site ώστε να μη δείχνει διαθέσιμο.

Ενθουσιασμένος περισσότερο με το βιβλιοπωλείο, του οποίου την ύπαρξη αγνοούσα, και λιγότερο με τη ραδιοφωνική διασκευή της «Γυναίκας με τα άσπρα» (με τον τίτλο Λάουρα που θυμίζει κομμωτήριο της δεκαετίας του '60), το οποίο ήταν ό,τι πιο κοντινό σε Wilkie Collins ανακάλυψα, πήγα για μια vegan μους λεμονιού με τη Λάουρα για να το γιορτάσω.

YΓ. Τη Δευτέρα το πρωί με τον καφέ θα πάρω σβάρνα τηλεφωνικά τις δανειστικές βιβλιοθήκες για να αναζητήσω την ακριβή μετάφραση. Αν ωστόσο κάποιος διαθέτει το αντίτυπο και μπορεί να μου το δανείσει μη διστάσει (επιστρέφω πάντα τα δανεικά βιβλία). Θα κεράσω και γλυκό :-)

Aρχίζουμε από τον έρωτα της Γεωργίας Σάνδη για τον Σοπέν. Περνάμε τα Χριστούγεννα σε σπούκι πύργους: πρώτα στον Ζοφερο Οίκο του Ντίκενς και μετά στα Ανεμοδαρμένα Ύψη της Μπροντέ. Ύστερα αναχωρούμε για ένα προσκύνημα στο Καντέρμπερυ, πίσω στον 14ο αιώνα του Τσώσερ, κάνουμε ένα άλμα στη Βιέννη της Μπελ Επόκ για ένα κοσμοπολίτικο δείπνο με τον Τσβάιχ, μεταφερόμαστε στο Παρίσι των Τιμπώ πριν τον 'Α Παγκόσμιο Πόλεμο και τέλος ελπίζουμε να αναμετρηθούμε χωρίς απώλειες με το ρωσικό ψύχος του Ντοστογιέφσκι.

Αυτά είναι τα κλασικά μυθιστορήματα που θα είμαι ευτυχής να διαβάσω από τώρα μέχρι και την άνοιξη, με πάρα πολλές απιστίες ενδιάμεσα (νέους έρωτες που θα ανακαλύπτω στις βιβλιοβόλτες, καταιγιστικά θρίλερ, δοκίμια, ιστορικές μελέτες, μυθιστορήματα-αλεξιπτωτιστές τα οποία θα προσγειώνονται στο κομοδίνο μου από το πουθενά κ.ά.). Είναι μια ραχοκοκαλιά γύρω από την οποία, τους μήνες που θα έρθουν, φιλοδοξώ να συνθέσω την αναγνωστική μου περιπέτεια.

Θα προσπαθήσω να τηρήσω το πρόγραμμα σε δύσκολες συνθήκες. Είναι ήδη μια πολύ απαιτητική χρονιά με διάβασμα κακογραμμένων εγχειριδίων για εξετάσεις (δεν είναι λίγες οι φορές που έχεις την εντύπωση ότι ένα πανεπιστημιακό σύγγραμμα αν και γραμμένο στα ελληνικά είναι λες και έχει μεταφραστεί στον Google Translator) και εργασίες με πιεστικά deadlines που συμπίπτουν -μα τον Μέρφι- πολλές φορές με απόκοσμα ξενύχτια στα γραφεία. Ωστόσο φέτος είμαι πιο οργανωμένος: Έχω φτιάξει βολική γωνιά για διάβασμα πλάι στο παράθυρο και επιπλέον κατάφερα μετά από τρομερές προσπάθειες αφενός να διαβάζω χωρίς να ζαλίζομαι στο μετρό και στα αεροπλάνα και αφετέρου να απολαμβάνω το βιβλίο μου στα café ακόμα και χωρίς ωτοασπίδες (αρκεί να μην τοποθετηθεί πάνω μου το ηχείο). Όλα είναι θέμα σωστής διαχείρισης του χρόνου και εξάσκησης για να αποκτήσεις την ικανότητα να συγκεντρώνεσαι ακόμα στις πιο δύσκολες συνθήκες.

Είμαι προετοιμασμένος για ένα ωραίο ταξίδι, αλλά και για μια παταγώδη αποτυχία, αφού παίζει πολύ το σενάριο να μην καταφέρω να ολοκληρώσω το πρότζεκτ με επιτυχία, καθότι κανένας δεν μπορεί να τα βάλει με τις ολοκαίνουριες εμμονές που τον περιμένουν ύπουλα στη γωνία για να τινάξουν στον αέρα κάθε βεβαιότητα. Άλλωστε είναι πολύ γνωστό ότι όταν ο αναγνώστης κάνει σχέδια, ο Θεός της ανάγνωσης γελάει.